Του Χάρη Δημοσθενόπουλου, ΜMedSci., PhD, Κλινικού Διαιτολόγου-Προϊστάμενου Διαιτολογικού Τμήματος ΓΝΑ Λαϊκό, Μέλος ΔΣ ΕΔΕ-Board Member of DNSG
Όλο και περισσότερες μελέτες τα τελευταία χρόνια έρχονται να υποστηρίξουν τις ευεργετικές επιπτώσεις της παραδοσιακής νηστείας στην υγεία. Επιστημονικά δεδομένα και στοιχεία που αφορούν τη μείωση στα υψηλά επίπεδα χοληστερίνης ή στα τριγλυκερίδια, αλλά και πιο ουσιαστικές επιπτώσεις σε άλλους παράγοντες υγείας όπως μείωση συγκεκριμένων μορφών καρκίνου αποτελούν το καλύτερο επιχείρημα για να ακολουθήσει κάποιος τη νηστεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, κατά τη Σαρακοστή.
Παλιότερα στοιχεία του Τμήματος Προληπτικής Ιατρικής και Διατροφής του Πανεπιστημίου Κρήτης όπως και πολύ πρόσφατα από μελέτες του Τμήματος Ενδοκρινολογίας και Μεταβολισμού της Α’ Παθολογικής Κλινικής του ΑΠΘ έδειξαν ότι όσοι ακολουθούν τη νηστεία έχουν μειωμένη χοληστερόλη, υψηλότερα επίπεδα «καλών» αδιποκινών, όπως της αδιπονεκτίνης και της ιρισίνης, χαμηλότερο σωματικό βάρος και μικρότερο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου και καρδιαγγειακών επεισοδίων. Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερα άτομα ακολουθούν τη θρησκευτική νηστεία, ενώ τα ποσοστά αυτά βέβαια ανεβαίνουν όσο ανεβαίνουν και οι ηλικίες.
Από διατροφικής άποψης, η νηστεία αποτελεί μία σχεδόν φυτοφαγική διατροφή με ένα ημερήσιο διαιτολόγιο χαμηλό σε κατανάλωση κορεσμένων και trans λιπαρών οξέων και πλούσιο σε μονοακόρεστα λ.ο. (ελιές και λάδι ελιάς) αλλά και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (θαλασσινά, ξηροί καρποί, σουσάμι και ταχίνι), ιδιαίτερα υψηλό σε φυτικές ίνες, αντιοξειδωτικά συστατικά και βιταμίνες. Την ίδια στιγμή βέβαια είναι μία διατροφή που είναι συνολικά πλούσια σε λιπαρά και αμυλούχα τρόφιμα-υδατάνθρακες και για το λόγο αυτό απαιτεί προσοχή για τα άτομα με διαταραγμένα επίπεδα γλυκόζης, ουρικού οξέος και λιπιδίων.
Η νηστεία προσφέρει πολλά οφέλη στην υγεία. Οι περισσότερες μελέτες αποδεικνύουν πως η παραδοσιακή, λιτή νηστεία, με τα ελάχιστα κορεσμένα λιπαρά, τα άφθονα φυτικής προελεύσεως τρόφιμα (φρούτα, λαχανικά, όσπρια, ξηρούς καρπούς), τα θαλασσινά, το ταχίνι και το ελαιόλαδο μπορεί να ελαττώσει με το πέρασμα των ημερών τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων, της ολικής και της «κακής» (ή LDL) χοληστερόλης. Ωστόσο, οι πάσχοντες από ορισμένα προβλήματα υγείας πρέπει να είναι προσεκτικοί, διότι ακόμα και ένα πολύ υγιεινό διαιτολόγιο μπορεί να κρύβει παγίδες.
Ειδικότερα, τα άτομα με διαβήτη θα πρέπει να προσέχουν το μέγεθος μερίδας στα λαδερά φαγητά, όπως τα φασολάκια, οι μπάμιες, το μπριάμ, οι αγκινάρες, οι μελιτζάνες, τα όσπρια και τα γεμιστά με ρύζι, διότι αποτελούν πλούσιες πηγές υδατανθράκων. Τα γεύματα αυτά πρέπει να καταναλώνονται χωρίς ή με μικρή ποσότητα από ψωμί ή φρυγανιές, να έχουν σχετικά λίγο λάδι (για λιγότερες θερμίδες) και να συνοδεύονται, αν αυτό είναι εφικτό, από σαλάτα με πράσινα, φυλλώδη λαχανικά για ακόμα υψηλότερη πρόσληψη φυτικών ινών (συμβάλλουν στην καλύτερη και βραδύτερη απορρόφηση των υδατανθράκων).
Επίσης, προσοχή απαιτείται σε τρόφιμα που καταναλώνονται κατά τη νηστεία και είναι πλούσια σε πουρίνες που αυξάνουν τα επίπεδα του ουρικού οξέος. Επομένως, τα άτομα με υπερουριχαιμία πρέπει να αποφεύγουν θαλασσινά και οστρακοειδή (λ.χ. μύδια, χτένια, αστακό, καβούρια, στρείδια), τρόφιμα και ροφήματα με μαγιά, δημητριακά ολικής άλεσης, αμύγδαλα, αλκοόλ και λαχανικά όπως ο αρακάς, τα φασόλια, το σπανάκι, οι φακές, τα μανιτάρια, η ντομάτα και το κουνουπίδι. Τέλος, η νηστεία λειτουργεί ιδιαίτερα ευεργετικά στη μείωση της «κακής» (LDL) χοληστερόλης και στην αύξηση της «καλής» (HDL) δεδομένου ότι υπάρχει κατανάλωση τροφίμων όπως οι ξηροί καρποί και το ταχίνι, το σουσάμι, τα χόρτα και τα λαχανικά, η βρώμη και τα φρούτα. Τα θαλασσινά, παρότι περιέχουν διαιτητική χοληστερόλη, όπως έχει αποδειχθεί δεν φαίνεται να αυξάνουν τα επίπεδά της στο αίμα, ειδικά αν δεν γίνεται υπερκατανάλωση.
Έτσι, κάνοντας κατάλληλους συνδυασμούς, με την αποφυγή υπερβολικών ποσοτήτων λαδιού και αμύλου, την αύξηση της φυσικής δραστηριότητας και την προσαρμογή της θεραπευτικής αγωγής (πιο εύκολο στα εντατικοποιημένα σχήματα ινσουλίνης και τις αντλίες) η διατροφή του διαβήτη μπορεί να συνδυαστεί με τη νηστεία, οδηγώντας ακόμα και σε μία καλύτερη ρύθμιση του.
Κάποια βασικά τρόφιμα της νηστείας που πρέπει να προσέξουμε είναι τα παρακάτω:
- Θαλασσινά: αποτελούν βασική πηγή πρωτεϊνών υψηλής βιολογικής αξίας, είναι πολύτιμη πηγή ω-3 λιπαρών οξέων και χαμηλά σε κορεσμένο λίπος, αποδίδοντας περίπου 135Kcal περίπου στα 120g, χωρίς πρόσθετο λίπος.
- Όσπρια: είναι τα πιο παραδοσιακά τρόφιμα της νηστείας, πλούσια σε θρεπτικά συστατικά και διαλυτές και αδιάλυτες φυτικές ίνες που αποδίδουν πρωτεΐνες χαμηλής βιολογικής αξίας. Περίπου 1 πιάτο φασόλια γίγαντες αποδίδει 250kcal. Ο συνδυασμός τους με άλλες πηγές φυτικής πρωτεΐνης π.χ. ρύζι, πλιγούρι ή κινόα οδηγεί στην πρόσληψη υψηλότερης βιολογικής αξίας πρωτεΐνη λόγω της συμπλήρωσης των αμινοξέων από τις δύο τροφές όπου η κάθε μία αποδίδει τα δικά της αμινοξέα.
- Χαλβάς: τρόφιμο που προέρχεται από το σησάμι, πλούσιος σε ακόρεστα λιπαρά & σάκχαρα και πλούσιος σε βιταμίνη Ε, σίδηρο, ασβέστιο, φώσφορο, κάλιο, σελήνιο, μαγνήσιο και ψευδάργυρο, αλλά πολύ πλούσιος σε θερμίδες, αφού αποδίδει 500 θερμίδες/100g. Επίσης είναι πλούσιος σε σάκχαρα και για αυτό μία επιλογή χωρίς ζάχαρη π.χ. με στέβια θα ήταν ιδανικότερη επιλογή.
- Ταραμάς: προέρχεται από τα αβγά του μπακαλιάρου, αποτελεί καλή πηγή βιταμινών Α και D, μαγνησίου, ψευδαργύρου, φωσφόρου και καλίου, αλλά επειδή είναι πλούσιος σε αλάτι απαιτεί προσοχή. Επίσης αποδείδει 120kcal ανά κουταλιά της σούπας και άρα παχαίνει.
- Ελιές: πηγή του ποιοτικότερου λίπους και πηγή βιταμίνης Ε & Α και καροτενοειδών, καλίου, ασβεστίου, φωσφόρου, σιδήρου και μαγνησίου. 5 μικρές ή 3 μεγάλες αποδίδουν 45 θερμίδες και απαιτείται προσοχή στο αλάτι & στις θερμίδες.
- Λαχανικά (μαγειρεμένα ή σαλάτας): Πηγές φυτικών ινών και βιταμινών και ιχνοστοιχείων, αν καταναλωθούν με λίγο λάδι είναι χαμηλά σε θερμίδες και αποτελούν πηγή φυτικών πρωτεϊνών.
- Σόγια: υποκατάστατο εν μέρει του κρέατος, πηγή καλών λιπαρών οξέων & ω-3 και πρωτεΐνης υψηλής βιολογικής αξίας. Προσφέρει διαλυτές φυτικές ίνες και είναι πλούσια σε βιταμίνες και μέταλλα, με έντονη αντιοξειδωτική δράση. Τα τελευταία χρόνια βέβαια έχει αρχίσει να αντικαθίσταται από άλλες φυτικές πηγές πρωτεϊνών, όπως ο αρακάς, η κινόα και ο αμάρανθος, το τοφού και η διατροφική μαγιά και άλλες.